Αντικείμενο της εργασίας του αποτελεί η καλλιέργεια του μεταξοσκώληκα και η εξαγωγή του μεταξιού από αυτόν. Ειδικότερα, ο σηροτρόφος τοποθετεί το μεταξόσπορο, δηλαδή τα αυγά της πεταλούδας του μεταξοσκώληκα της περασμένης χρονιάς που έχει συλλέξει, αποθηκεύσει και διατηρήσει σε κατάλληλη θερμοκρασία ή τα προμηθεύεται από το εμπόριο, πάνω σε φύλλα μουριάς, αφού πρώτα το εκκολάψει σε κατάλληλη θερμοκρασία. Τα φύλλα και τα σκουληκάκια μεταφέρονται σε ειδικές επιφάνειες, όπου παραμένουν μέχρι την πλήρη ανάπτυξή τους. Ο σηροτρόφος φροντίζει για την καθημερινή παροχή άφθονης τροφής από φύλλα μουριάς στους μεταξοσκώληκες, αφού αφαιρεθούν προηγουμένως τα υπολείμματα της προηγουμένης. Όταν οι μεταξοσκώληκες φτάσουν στην τέλεια ανάπτυξη τους παύουν να παίρνουν τροφή και ο σηροτρόφος τοποθετεί ανάμεσά τους μικρούς θάμνους, στους οποίους σκαρφαλώνουν. Κατόπιν, αρχίζει το πλέξιμο του κουκουλιού, μέσα στο οποίο κλείνεται ο μεταξοσκώληκας. Μόλις σκαλώσει και ο τελευταίος μεταξοσκώληκας κι αρχίσει κι αυτός να πλέκει το κουκούλι του, ο σηροτρόφος παρακολουθεί με προσοχή το μέστωμα (σκλήρυνση) των κουκουλιών, ενώ ξεχωρίζει λίγα από αυτά, συνήθως τα καλύτερα, από τα οποία βγαίνουν αργότερα οι μεταξοπεταλούδες που θα γεννήσουν τα αυγά του μεταξόσπορου της επόμενης χρονιάς. Τα υπόλοιπα εκτίθενται στον ήλιο για να πεθάνουν οι μεταξοσκώληκες κι έτσι να μην τρυπήσουν και καταστρέψουν τα κουκούλια. Στη συνέχεια παραδίδονται για επεξεργασία στον ειδικό μεταξουργό.