Μουσικοθεραπευτής

Η μουσικοθεραπεία είναι σχετικά μια νέα επιστήμη η οποία έχει αναπτυχθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια και όταν εφαρμοστεί μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, προσφέρει θετικά αποτελέσματα. Συγκεκριμένα, η μουσικοθεραπεία είναι μια μέθοδος αγωγής και θεραπείας που χρησιμοποιεί μουσική, για την επίτευξη διάφορων θεραπευτικών σκοπών και για να βοηθήσει τους ασθενείς να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες που συναντούν στη ζωή τους. Εφαρμόζεται διαγνωστικά και θεραπευτικά, κυρίως σε παιδιά και ενήλικες με αισθητηριακές, φυσικές και μαθησιακές δυσκολίες, ψυχικές ασθένειες, συναισθηματικές και συμπεριφοριστικές διαταραχές και νευρολογικά προβλήματα, όπως ο αυτισμός, η γεροντική άνοια, οι φυσικές αναπηρίες, η σχιζοφρένεια και η κατάθλιψη. Επίσης συμβάλλει σημαντικά στη φροντίδα ασθενών που κακοποιήθηκαν σεξουαλικά και βρίσκονται σε κατάσταση μετατραυματικού στρες κ.ά. Η εξελικτική μουσικοθεραπεία εφαρμόζεται κυρίως σε παιδιά και ενήλικες με σωματικά, ψυχικά, μαθησιακά προβλήματα (Σύνδρομο Asperger, Αυτισμός, Εγκεφαλική παράλυση, Σύνδρομο Down, Δυσλεξία, Αλεξία, Αγραφία, συναισθηματικές και συμπεριφορικές διαταραχές, Ενούρηση, Τύφλωση, Κώφωση, κ.ά.) Οι στόχοι της Εξελικτικής Μουσικοθεραπείας είναι: η αποκατάσταση του αναπτυξιακού παρελθόντος και η υποστήριξη - διατήρηση - ενίσχυση - τροποποίηση σε θέματα που αφορούν στη Φυσική - Αισθητηριακή, Νοητική - Γνωστική, Ψυχική - Συναισθηματική και Επικοινωνία - Κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. Ακόμα οι στόχοι της στην πρώιμη παρέμβαση μπορεί να είναι: Τροποποίηση Συμπεριφοράς, Βελτίωση Επικοινωνίας, Ανάπτυξη Διαπροσωπικών Σχέσεων, Εγκαθίδρυση Κώδικα Επικοινωνίας, Κινητικές Δεξιότητες και Γλωσσική - Λεκτική Επικοινωνία κ.ά. Κατά τη διάρκεια της μουσικοθεραπείας, ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος παίρνουν ενεργό μέρος στη διαδικασία παίζοντας, τραγουδώντας και ακούγοντας μουσική. Σκοπός του θεραπευτή δεν είναι να διδάξει μουσική στον ασθενή αλλά να τον οδηγήσει σε έναν εναλλακτικό τρόπο έκφρασης, ο οποίος προωθεί θετικές αλλαγές στη συμπεριφορά και στη συναισθηματική του κατάσταση.